Όπως συμβαίνει με πληθώρα εννοιών που ανήκουν στις ανθρωπιστικές σπουδές, έτσι και για τον όρο Δημιουργική Γραφή (Creative Writing) έχουν πραγματοποιηθεί πολλές προσπάθειες ορισμού και αποσαφήνισης του. Σε γενικές γραμμές με τον όρο Δημιουργική Γραφή αναφερόμαστε στην παραγωγή γραπτού λόγου και ταυτόχρονα, στην έννοια της δημιουργικότητας.

Οι κυριότερες τάσεις ορισμού της Δημιουργικής Γραφής αναφέρονται:

  1. Στο τελικό αποτέλεσμα της συγγραφής μιας πρωτότυπης και λογοτεχνικά ευφάνταστης ιστορίας
  2. Στη δημιουργική διαδικασία της γραφής καθαυτή

Σε αντίθεση με το παρελθόν, η Δημιουργική Γραφή στις μέρες μας δεν αναφέρεται - και δεν στοχεύει - μόνο στην παραγωγή λογοτεχνικών κειμένων, αλλά συνδέεται και με άλλα είδη γραπτού λόγου. Ταυτόχρονα, ο σκοπός της Δημιουργικής Γραφής είναι η εξωτερίκευση της σκέψης και των συναισθημάτων, η καλλιέργεια της φαντασίας του ατόμου, η διέγερση της δημιουργικότητας και η αγάπη προς τη γραφή, μακριά από ένα βαθμοθηρικό και αυστηρά μαθησιακό πλαίσιο.

Οι απαρχές της διδασκαλίας της Δημιουργικής Γραφής και η εκπαιδευτικής της αξία

Η διδασκαλία της Δημιουργικής Γραφής ξεκινάει στην αρχαία Ελλάδα με τη ρητορική τέχνη του Αριστοτέλη, ωστόσο ως επιστημονικός κλάδος καθιερώθηκε κατά τα τέλη του 19ου αιώνα στις ΗΠΑ.

Η διδασκαλία της Δημιουργικής Γραφής δεν στοχεύει μόνο στην ανάδειξη συγγραφέων, καθώς στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής διαδικασίας μπορεί να βοηθήσει όλους τους μαθητές στη βελτίωση της γραπτής επικοινωνίας, να ενθαρρύνει τη διαδικασία της ανάγνωσης και της καλλιτεχνικής τους έκφρασης καθώς και να καλλιεργήσει μια κριτική προσέγγιση απέναντι στην τέχνη με παιγνιώδη και διασκεδαστικό τρόπο.

Ο βασικότερος στόχος της Δημιουργικής Γραφής είναι η δημιουργία ενός πρωτότυπου και αυθεντικού έργου. Με αυτό τον τρόπο, μπορεί να υποστηρίξει σε εξαιρετικά μεγάλο βαθμό όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες, προσφέροντας τρόπους και εργαλεία, ούτως ώστε οι μαθητές να έρθουν κοντά με διάφορα λογοτεχνικά είδη (διήγημα, χαϊκού, ψηφιακή αφήγηση κ.ά.) και ταυτόχρονα, προσφέροντας τη δυνατότητα να συγγράψουν τα δικά τους πρωτότυπα κείμενα.

Η θεραπευτική λειτουργία της Δημιουργικής Γραφής

Ο ανοιχτός ορίζοντας έκφρασης που προσφέρεται μέσω της Δημιουργικής Γραφής, απαλλαγμένος από αξιολογικά πλαίσια, προσφέρει ψυχική εκτόνωση και λύτρωση, με αποτέλεσμα να λειτουργεί και θεραπευτικά, καθώς τα παιδιά μπορούν με παιγνιώδη τρόπο μέσω των ιστοριών τους να βιώσουν φαντασιακά συναισθήματα και καταστάσεις που ενδεχομένως δεν είναι εφικτά στην πραγματική ζωή, αποκτώντας αυτοπεποίθηση.

Παράλληλα, σύμφωνα με τις σύγχρονες έρευνες στον τομέα της ψυχικής υγείας, η Δημιουργική Γραφή θέτει σε λειτουργία πολύπλοκες γνωστικές διαδικασίες και δεξιότητες, ενισχύει τη δημιουργικότητα, αυξάνει την επεξεργασία και συνειδητοποίηση προσωπικών συναισθημάτων και ασυνείδητων εμπειριών και εν γένει συμβάλλει στην υποστήριξη των θετικών στοιχείων της προσωπικότητας των μαθητών.

Με βάση τις παραπάνω διαπιστώσεις, η Δημιουργική Γραφή - αποδεδειγμένα - μπορεί να λειτουργήσει στο εκπαιδευτικό πλαίσιο τόσο για την ενίσχυση του ενδιαφέροντος των μαθητών για τη συγγραφή και ανάγνωση ιστοριών, όσο και υπό τη μορφή εργαλείο θεραπευτικής παρέμβασης σε μαθητές που αντιμετωπίζουν μαθησιακές δυσκολίες, άγχος, πένθος, μετατραυματικό στρες, διατροφικές διαταραχές κλπ.

Συμπερασματικά

Η Δημιουργική Γραφή αποτελεί αντικείμενο διδασκαλίας από την αρχαιότητα, το οποίο συμβάλλει στην καλύτερη επαφή των ατόμων όχι μόνο με τη λογοτεχνία και τον γραπτό λόγο, αλλά και στην ενίσχυση της προσωπικής έκφρασης, της φαντασίας και της αυτοπεποίθησης. Κατά αυτόν τον τρόπο, μπορεί να λειτουργήσει ως σημαντικό εργαλείο στα χέρια των εκπαιδευτικών ενάντια στη χρησιμοθηρική και στείρα μετάδοση της γνώσης που χαρακτηρίζουν τη σύγχρονη εποχή.

Πηγές:

Μπράτιτσης, Θ. (2015). Ψηφιακή Αφήγηση, Δημιουργική Γραφή και Γραμματισμός του 21ου Αιώνα. Δελτίο Εκπαιδευτικού Προβληματισμού και Επικοινωνίας, 55, Σχολή Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου.

Τσαρουχάς Ν.-Θ. (2021). Η δημιουργική γραφή στην εκπαίδευση: πεδία εφαρμογών, τρόποι δράσεων και σύγχρονες-καινοτόμες εκπαιδευτικές πρακτικές. Πανελλήνιο Συνέδριο Επιστημών Εκπαίδευσης1(1), 137–145.

Κοινοποίησε αυτό το άρθρο