Ο όρος «κοινωνικοποίηση» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στις αρχές του 20ου αιώνα από τον Γάλλο φιλόσοφο και κοινωνιολόγο Emile D. Durkheim, για να περιγράψει τη διαδικασία κατανόησης και εσωτερίκευσης των κοινωνικών κανόνων, αξιών, ηθών και εθίμων από το άτομο, με σκοπό την ομαλή ένταξή του στο κοινωνικό γίγνεσθαι.
Η οικογένεια, το σχολείο και το κοινωνικό περιβάλλον εν γένει (γειτονιά, ομάδες συνομήλικων, συνάδερφοι κ.ο.κ) παρέχουν τις βάσεις για τη διαμόρφωση της κοινωνικής επάρκειας και των κοινωνικών δεξιοτήτων καθώς επίσης και για την ποιοτική κοινωνική συναλλαγή του ατόμου με τους άλλους.
Το κοινωνικό στοιχείο αποτελεί αναγκαίο κομμάτι της φύσης του ατόμου και συμβάλλει στην υγιή και ολοκληρωμένη ανάπτυξη των ατόμων. Η κοινωνικότητα ωστόσο, δεν αποτελεί ιδιότητα που ενυπάρχει στα άτομα της κοινωνίας, αντίθετα αναπτύσσεται σταδιακά μέσω των φορέων κοινωνικοποίησης και εξελίσσεται καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής.
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, οι κοινωνικές δεξιότητες αποτελούν ακρογωνιαίο λίθο της επιτυχούς εκπαίδευσης, οι οποίες παράλληλα με τις δεξιότητες μάθησης και ψηφιακού αλφαβητισμού, θεωρούνται καίριας σημασίας τομείς γραμματισμού, που καλούνται τα άτομα του 21ου αιώνα να κατέχουν.
Κοινωνικές δεξιότητες στην παιδική ηλικία
Ως κοινωνικές δεξιότητες ορίζονται οι γνώσεις και οι ικανότητες που το άτομο επιστρατεύει προκειμένου να ανταποκριθεί κατάλληλα στις εκάστοτε διαπροσωπικές σχέσεις του. Σύμφωνα με τους Caldarella και Merrell, οι κοινωνικές δεξιότητες κατά την παιδική ηλικία είναι οι ακόλουθες:
- Η παροχή βοήθεια προς τους άλλους, η ικανότητα διαλόγου και οι ηγετικές ικανότητες
- Ο αυτοέλεγχος και η αυτοδιαχείριση
- Η δυνατότητα οργάνωσης και ολοκλήρωσης των σχολικών εργασιών
- Η συμμόρφωση προς οδηγίες και κανόνες
- Η διεκδίκηση επιθυμητών αποτελεσμάτων ή/και η έκφραση των συναισθημάτων μέσω διαλόγου και συζήτησης
Ο πολυσήμαντος ρόλος του εκπαιδευτικού στη διαδικασία της κοινωνικοποίησης
Το εκπαιδευτικό πλαίσιο λειτουργεί ως μια μικρογραφία της κοινωνίας, καθώς για την ομαλή λειτουργία του σχολείου απαιτούνται κανόνες, υποχρεώσεις, αλλά και σεβασμός στα δικαιώματα των άλλων ατόμων.
Κατά αυτόν τον τρόπο, το σχολείο αποτελεί καθοριστικής σημασίας φορέα κοινωνικοποίησης, με αποτέλεσμα οι σύγχρονοι εκπαιδευτικοί να αναλαμβάνουν το έργο της μεταλαμπάδευσης των κοινωνικών στάσεων, των αξιών και εν γένει της κουλτούρας μιας δεδομένης εποχής στους μαθητές. Η κοινωνικοποίηση των μαθητών επιτυγχάνεται μέσω της καλλιέργειας του διαλόγου, της αποδοχής της πολυφωνίας, της καλλιέργειας της κριτικής σκέψης, της επίλυσης συγκρούσεων, της συνεργασίας και της διαμόρφωσης ενός δημοκρατικού περιβάλλοντος. Η διαμόρφωση θετικών σχέσεων με τους μαθητές, η δημιουργία ενός συμπεριληπτικού κλίματος στην τάξη, ο σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα και ως προς τη διαφορετικότητα, η παροχή ευκαιριών για ανάληψη ευθύνης, η καλλιέργεια της ενσυναίσθησης, η εξάσκηση αποτελεσματικών κοινωνικών συμπεριφορών, η σωστή διαχείριση των συναισθημάτων και τέλος οι παρεμβάσεις, όπου κρίνεται αναγκαίο, αποτελούν αναπόσπαστες πτυχές του πολυσχιδούς έργου των εκπαιδευτικών.
Ο καθοριστικός ρόλος των εκπαιδευτικών στη διαδικασία της κοινωνικοποίησης υπογραμμίζεται και από τη βιβλιογραφία, βάσει της οποίας η κοινωνική επάρκεια αφορά δύο τομείς αλληλεπίδρασης των μαθητών:
- Σχέση με τους διδάσκοντες
- Σχέση με τους συνομηλίκους τους.
Η σχέση που αναπτύσσουν οι μαθητές με τους εκπαιδευτικούς επηρεάζει την ποιότητα και τη συμπεριφορά των παιδιών, ιδιαίτερα κατά την πρώιμη παιδική ηλικία και τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού. Σύμφωνα με έρευνες, η καλή σχέση μεταξύ των μαθητών με τους εκπαιδευτικούς έχει ως αποτέλεσμα χαμηλά επίπεδα σχολικού εκφοβισμού, άγχους και θλίψης.
Ακόμα, η ασφαλής και η θετική σχέση μαθητών και εκπαιδευτικών έχει συνδεθεί με περισσότερες κοινωνικές δεξιότητες, ομαλή διαχείριση ενδεχόμενων ματαιώσεων και καλές διαπροσωπικές σχέσεις. Αντιθέτως, η προβληματική σχέση μαθητών και εκπαιδευτικών έχει συσχετιστεί με χαμηλά ακαδημαϊκά επιτεύγματα, προβλήματα συμπεριφοράς στην τάξη, υψηλά επίπεδα επιθετικότητας κ.ά.
Η πολύπλευρη επιρροή που ασκούν οι εκπαιδευτικοί στους μαθητές, δεν εξαντλείται επομένως στη μετάδοση στείρων πληροφοριών και γνώσεων, αλλά συμβάλλει στη διαμόρφωση κοινωνικών δεξιοτήτων και στη διασφάλιση της κοινωνικής επάρκειας των μαθητών με σκοπό την ομαλή τους ένταξη στην κοινωνία.
Πηγές
Χατζηχρήστου, Χ., Λυκιτσάκου, Κ., & Μπακοπούλου, Α. (2011). Κοινωνική επάρκεια - Κοινωνικές δεξιότητες. Τυπωθήτω.