«Μαμά γιατί εγώ δεν έχω αδελφάκια;» Είναι μια συχνή ερώτηση που ακούν οι γονείς, όταν έχουν ένα μόνο παιδί.

Στη σημερινή εποχή συναντάμε όλο και πιο συχνά οικογένειες που μεγαλώνουν μοναχοπαίδια. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες , όπως οι οικονομικές δυσκολίες που συναντούν τα νέα  ζευγάρια, η έλλειψη χρόνου λόγω απαιτητικής εργασίας, λόγοι υγείας, ακόμα και η προσωπική επιλογή των γονέων να φέρουν στον κόσμο ένα μόνο παιδί. Το τελευταίο άλλωστε, είναι  σύνηθες όταν και οι ίδιοι οι γονείς είναι μοναχοπαίδια.

Eπί χρόνια οι χαρακτηρισμοί που είχαν προσάψει ειδικοί και μη, για τη συμπεριφορά και το χαρακτήρα των μοναχόπαιδων αφορούσαν σε αρνητικές «ταμπέλες » (εγωιστές , αδιάφοροι , εγωκεντρικοί , κακομαθημένοι, τα θέλουν όλα δικά τους ).

Ας δούμε όμως τι πραγματικά σημαίνει να είσαι μοναχοπαίδι.

Έχω όλη την προσοχή του κόσμου

Η αλήθεια είναι πως το μοναχοπαίδι μεγαλώνει έχοντας την προσοχή στραμμένη πάνω του. Τόσο οι γονείς όσο και η ευρύτερη οικογένεια (παππούς, γιαγιά, θείοι ) έλκονται από το γλυκό προσωπάκι, προσφέροντας απλόχερα χάδια, αγκαλιές και φιλιά . Η γενναιοδωρία τους επεκτείνεται καθώς σπεύδουν να ικανοποιήσουν  κάθε είδους καπρίτσιο και ανάγκη. Υπό αυτή την έννοια και επειδή το μικρό παιδί δεν έχει το φίλτρο να αντιληφθεί ποιο είναι  το μέτρο, πιθανόν να νιώσει πως είναι παντοδύναμο. Από θέση λοιπόν ισχύος πιστεύει πως όλοι είναι υποχρεωμένοι να το εξυπηρετούν , ενώ η συμπεριφορά του μοιάζει  να είναι αδιάφορη προς τα αισθήματα και τις ανάγκες των άλλων.

Είμαι μοναχικός και κακομαθημένος

Η έλλειψη ενός συνομήλικου στο σκηνικό του παιχνιδιού δημιουργεί μια εικόνα μοναχικότητας. Το μοναχοπαίδι περνά πολλές ώρες παίζοντας μόνο του ή με κάποιον γονέα όταν, αυτό είναι εφικτό, γεγονός που δίνει την εντύπωση ότι θα πρέπει να είναι και μοναχικός τύπος.

Από την άλλη, επειδή οι γονείς προσπαθούν να αναπληρώσουν το κενό, τείνουν να παραχαϊδεύουν το  παιδί, αφήνοντας το να κάνει ότι θέλει, μη φέρνοντας αντιρρήσεις και λειτουργώντας για λογαριασμό του. Λαμβάνει έτσι το παιδί το μήνυμα ότι «δε χρειάζεται να κοπιάζω » και «παίρνω πάντα αυτό που θέλω»! Όμως αυτό έχει αντίκτυπο στην  ένταξή του στη  σχολική ζωή, όπου χρειάζεται να έρθει σε επαφή με πρωτόγνωρες καταστάσεις. Το να μοιραστεί πράγματα ή ακόμα και να χάσει σε ένα ομαδικό παιχνίδι, είναι συνθήκες που δε γνωρίζει πως να διαχειριστεί, με αποτέλεσμα να εκδηλώνει δυσλειτουργικές συμπεριφορές και αντιδράσεις.

Δε θέλω να χάσω τους γονείς μου

Το μοναχοπαίδι τείνει να προσκολλάται στον φροντιστή του με μια διάθεση για αποκλειστικότητα, εφόσον δεν υπάρχουν αδέλφια να διαμοιραστεί η προσοχή. Παιδί και γονείς αναπτύσσουν πολύ ισχυρούς δεσμούς , που πολλές φορές υποκρύπτουν αισθήματα ενοχής και ύψιστων προσδοκιών από τους  γονείς, αφού αυτό που επιθυμούν είναι να εκπληρώσει τα όνειρά τους. Από τη μεριά του παιδιού αυτό μεταφράζεται ως ανασφάλεια , που υποβόσκει παράλληλα με άγχος για το ότι είναι το μοναδικό παιδί και επομένως χρειάζεται να κουβαλήσει το βάρος των επιθυμιών ,αλλά και της φροντίδας αργότερα των γονιών του.

Η άλλη όψη του νομίσματος

Σύμφωνα με έρευνες, οι στερεοτυπικές αντιλήψεις που θέλουν το μοναχοπαίδι να είναι εγωκεντρικό και κακομαθημένο , έχουν δώσει την σκυτάλη σε νεότερα δεδομένα. Φαίνεται λοιπόν πως το μοναχοπαίδι αναπτύσσεται το ίδιο καλά με παιδιά που έχουν αδέλφια.
Πως μπορεί να συμβεί όμως αυτό;

  • Η μη ύπαρξη άλλων παιδιών στο σπίτι, ωθεί το μοναχοπαίδι να αναπτύξει  μεγαλύτερη φαντασία και οξυδέρκεια τόσο στο παιχνίδι του, όσο και στην αντιμετώπιση διαφόρων καταστάσεων.
  • Διακρίνεται, σε πολλές περιπτώσεις  από υψηλότερη αυτοεκτίμηση, και αυτοπεποίθηση που θα μπορούσε να αποδοθεί  στην έλλειψη σύγκρισης του με αδέλφια.
  • Επίσης ,επειδή  υπάρχει το περιθώριο από τους γονείς να  δώσουν περισσότερα κίνητρα για επιτυχία, μέσα από δράσεις που ενισχύουν τα ταλέντα του, το μοναχοπαίδι συγκεντρώνει και υψηλές επιδόσεις κατά τη σχολική του ζωή.
  • Όσον αφορά στην  κοινωνικοποίηση του, αυτή χρειάζεται να  περιλαμβάνει ερεθίσματα μέσα από ομαδικές δραστηριότητες, ώστε να έρχεται σε επαφή με συνομήλικα παιδιά. Μαθαίνει έτσι την έννοια του μοιράσματος και της προσαρμογής σε διαφορετικά περιβάλλοντα όπου δεν έχει την παντοδυναμία.
  • Έχει παρατηρηθεί επίσης, πως ειδικά στα προσχολικά χρόνια, δημιουργούνται ισχυροί δεσμοί  με παιδιά της ίδιας ηλικίας. Η  φιλία στην προκειμένη περίπτωση αποτελεί μια πολύτιμη σχέση για το μοναχοπαίδι που εμφανίζεται να είναι πιστό και σταθερό σε αυτή καθόλη τη διάρκεια, τουλάχιστον της σχολικής του ζωής.
  • Η παρότρυνση από τους γονείς να αναλάβει πρωτοβουλίες, όπως να βοηθά στο σπίτι και να μαζεύει τα παιχνίδια του, διδάσκει την έννοια του σεβασμού και του ενδιαφέροντος απέναντι στις  ανάγκες των άλλων. Έτσι το παιδί κατευθύνει την αντίληψή του, ότι αποτελεί και μέλος ενός ευρύτερου κοινωνικού συστήματος , όπου το δούναι θα έπρεπε να υπερισχύει. 
💡
Σε κάθε περίπτωση, το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνει το εκάστοτε παιδί, είναι αυτό που θα θρέψει την προσωπικότητα του.

Παρά τα όσα έχουν ειπωθεί λοιπόν,  η εικόνα ενός απομονωμένου και  κακομαθημένου  παιδιού, που δεν μπορεί να προσαρμοστεί στις διάφορες συνθήκες και  που μέσω οδυρμών επιδιώκει να περάσει το δικό του, είναι κάτι που αφορά όχι μόνο το μοναχοπαίδι, αλλά όλα τα παιδιά που μεγαλώνουν σε ένα οικογενειακό περιβάλλον με χαλαρούς, μη υποστηρικτικούς και άνευ ορίων δεσμούς.

Πηγές:

«Εξελικτική Ψυχολογία , Δια βίου ανάπτυξη » , Robert S. Feldman ,  Εκδ. Gutenberg
«Αναθρέφοντας τα παιδιά μας αναθρέφουμε τον εαυτό μας» , Naomi Aldort ,Εκδ. Αλκυών

Κοινοποίησε αυτό το άρθρο